Σύμφωνα με το ΠΔ 407/80 για τη κάλυψη έκτακτων πραγματικών αναγκών διδασκαλίας και έρευνας είναι δυνατή η πρόσληψη διδασκόντων με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου. Η χρησιμοποίηση εποχικών Διδασκόντων 407 ενώ ξεκίνησε με το πρόσχημα της κάλυψης εκτάκτων αναγκών σε κάποια περιφερειακά Πανεπιστήμια έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις στην εκπαιδευτική –ερευνητική λειτουργία των πανεπιστημίων, καθώς πλέον η έννοια του συμβασιούχου αγγίζει το ½ των διδασκόντων στα περιφερειακά ιδρύματα και το ¼ των διδασκόντων στα ιδρύματα όλης της Ελλάδας. Η νέα αυτή πραγματικότητα αποτελεί απόρροια συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών που έχουν ληφθεί από το άρχον συγκρότημα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ), έχει συνδιαμορφωθεί στο επίπεδο Ευρωπαικής Ένωσης και ευθυγραμμίζεται με τις προσπάθειες απορρύθμισης τόσο στο χώρο της παιδείας όσο και στον χώρο της εργασίας.
Η Μπολόνια της απασχολησιμότητας και του νέου μοντέλου ευέλικτων σχέσεων εργασίας, έρχεται να εφαρμοστεί και στο εσωτερικό της ανώτατης εκπαίδευσης. Όλο και περισσότερο η υλοποίηση του προπτυχιακού προγράμματος σπουδών ανατίθεται σε συμβασιούχους διδάσκοντες που εργάζονται σε καθεστώς εργασιακής ανασφάλειας. Πόσο μάλλον όταν συνεχώς τεμαχίζονται οι πιστώσεις (ανάθεση διδασκαλίας και προβλεπόμενες αποδοχές) και μετατρέπονται σε μερικώς απασχολούμενους ή ακόμη και ωρομίσθιους με όλο και λιγότερα εργασιακά δικαιώματα. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται ένα φθηνό εργατικό δυναμικό που πλέον καλύπτει όλο και περισσότερο πάγιες και πραγματικές ανάγκες των ΑΕΙ οι οποίες θα έπρεπε να καλυφθούν με μόνιμο προσωπικό μελών ΔΕΠ.
Οι διδάσκοντες 407 αποκλείονται από κάθε ερευνητική δραστηριότητα. Με αυτόν τον τρόπο καταργείται ουσιαστικά η έννοια του διδακτικού-ερευνητικού προσωπικού καθώς διδάσκουν αντικείμενα χωρίς να πραγματοποιούν έρευνα πάνω σε αυτά. Επίσης, οι συμβασιούχοι διδάσκουν ένα μόνο συγκεκριμένο μάθημα αγνοώντας το σύνολο του γνωστικού αντικειμένου, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην επιστημονική ενότητα του προγράμματος σπουδών, στην αξία των πτυχίων και στην περαιτέρω κατοχύρωση των συλλογικών επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων. Καταργείται, συνεπώς, η έννοια του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού, καθώς οι διδάσκοντες καλούνται να διδάξουν αντικείμενα που δεν γνωρίζουν με επάρκεια και δεν κάνουν έρευνες σε αυτά.
Οι συμβασιούχοι διδάσκοντες με το ΠΔ 407/80 εκτός από τα παραπάνω είναι και αποκλεισμένοι από τα όργανα διοίκησης. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το εξαιρετικά υψηλό ποσοστό των συμβασιούχων στο σύνολο των διδασκόντων συνιστά αλλοίωση της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ. Και αυτό γίνεται φανερό αν αναλογιστούμε ότι οι οι συμβασιούχοι δεν μετέχουν στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων οι οποίες τους αφορούν άμεσα (π.χ. προκήρυξη μελών ΔΕΠ) και τις οποίες καλούνται να υλοποιήσουν (π.χ. διαμόρφωση προγράμματος σπουδών).
Επιπλέον, η διαρκής και αυξανόμενη στελέχωση των πανεπιστημιακών τμημάτων με διδάσκοντες με το ΠΔ 407/80, παραβιάζει και την αυτοτέλεια των Ιδρυμάτων. Η διαπραγμάτευση και η έγκριση των πιστώσεων από το Υπουργείο έχει ως αποτέλεσμα την εξάρτηση σημαντικού μέρους του προγράμματος σπουδών από κέντρα λήψης αποφάσεων εκτός του Πανεπιστημίου. Άλλωστε, αυτή είναι μια κατεύθυνση που ευθυγραμμίζεται με τις διατάξεις του νέου νόμου-πλαισίου και της αξιολόγησης για τα τετραετή πλάνα ανάπτυξης που στόχο έχουν τον αυταρχικό έλεγχο των ΑΕΙ.
Τέλος, αυτή η αυξανόμενη εξάρτηση από το Υπουργείο αποτελεί μια απειλή προς τον περιορισμό των διδασκόντων και τη συρρίκνωση των περιφερειακών Πανεπιστημίων με την ταυτόχρονη ίδρυση ιδιωτικών Πανεπιστημίων.
Όμως, επειδή η διαδικασία της αναδιάρθρωσης είναι από τη φύση της αντιφατική, την ώρα που δημιουργείται ένα φθηνό εργατικό δυναμικό, κάποια μέλη ΔΕΠ αποκομίζουν τεράστια κέρδη καθώς αντί για να ασχολούνται με το διδακτικό και ερευνητικό τους έργο παράγουν έρευνα κάτω από τις επιταγές των εταιριών. Αυτό αποτελεί τεράστιο κίνδυνο για τα Δημόσια Ιδρύματα, καθώς αποτελεί την κερκόπορτα εισόδου στοχευμένης και καθοδηγούμενης γνώσης και έρευνας προς όφελος των συμφερόντων του κεφαλαίου και όχι αυτού της κοινωνίας.
Η δυναμική του φοιτητικού κινήματος που αναπτύχθηκε το προηγούμενο διάστημα, μπορεί και πρέπει να αποτελέσει ανάχωμα στη μεταρρύθμιση σε εργασία και παιδεία. Οι νέοι συσχετισμοί που αναπτύχθηκαν μέσω του πανεκπαιδευτικού κινήματος στην περίοδο των αγωνιστικών κινητοποιήσεων μας έδειξαν πως μπορούμε να κάνουμε προτάσεις συνδεδεμένα με τη στρατηγική που θέλουμε να υπηρετούμε δηλαδή την υπεράσπιση του δημοσίου πανεπιστημίου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορούμε παρά να απαιτήσουμε τα αυτονόητα :
1) Μέλη ΔΕΠ πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Μια πρόταση που χτυπά τις ελαστικές σχέσεις εργασίας οι οποίες γνωρίζουν άνθηση τα τελευταία χρόνια, εμποδίζοντας παράλληλα σε συγκεκριμένα κομμάτια καθηγητών να αναπτύσσουν επιχειρηματικές δραστηριότητες μετατρέποντας έτσι την ακαδημαϊκή έρευνα και διδασκάλους σε πάρεργα.
2) Προκήρυξη μόνιμων θέσεων για την κάλυψη των πάγιων και πραγματικών αναγκών των Πανεπιστημίων.
3) Άρση του εργασιακού Μεσαίωνα και της ομηρίας των συμβασιούχων διδασκόντων του ΠΔ 407/80.
4) Ανατροπή της πολιτικής των ελαστικών σχέσεων εργασίας και της μαύρης εργασίας την οποία συνεπάγονται. (Το υπάρχον καθεστώς εξάλλου πλήττει και τους μεταπτυχιακούς καθώς καθιερώνει συνθήκες μαύρης εργασίας και για τους ίδιους).